Warning: Undefined array key "testjava" in /mnt/web113/e2/78/55796778/htdocs/woordenlijstnieuwgrieks/Rimata/MorfWerwOnre2Rima.php on line 204 MorfWerwOnr2Rima
  

Nieuwgrieks, Morfologie en Syntaxis


Nieuwgrieks, Morfologie en Syntaxis

©

 
direct naar: ** Grammatica    Fonologie    Morfologie    Syntaxis   Semantiek  
direct naar: * Grammatica    Klankleer    Vormleer    Zinsleer    Betekenisleer
Grammatica//MorfWerw/MorfWerwOnre/MorfWerwOnre2Rima

Werkwoord vervoegen: διαβάζω - lezen


ενεργητική φωνή actief   παθητική φωνή passief
οριστική aantonende wijs indicatief   οριστική aantonende wijs indicatief
ενεστώτας
tegenw.tijd
(1e stam)
παρατατικός
paratatikos
1e stam
αόριστος
aoristos
2e stam
  ενεστώτας
tegenw.tijd
(1e stam)
παρατατικός
paratatikos
1e stam
αόριστος
aoristos
2e stam
διαβάζω
διάβαζα
διάβασα
  διαβάζομαι
διαβαζόμουν(α)
διαβάστηκα
διαβάζεις
διάβαζες
διάβασες
  διαβάζεσαι
διαβαζόσουν(α)
διαβάστηκες
διαβάζει
διάβαζε
διάβασε
  διαβάζεται
διαβαζόταν(ε)
διαβάστηκε
διαβάζουμε
διαβάζομε
διαβάζαμε
διαβάσαμε
  διαβαζόμαστε
διαβαζόμαστε
διαβαζόμασταν
διαβαστήκαμε
διαβάζετε
διαβάζατε
διαβάσατε
  διαβάζεστε
διαβαζόσαστε
διαβαζόσαστε
διαβαζόσασταν
διαβαστήκατε
διαβάζουν(ε)
διάβαζαν
διαβάζαν(ε)
διάβασαν
διαβάσαν(ε)
διαβάζονται
διαβαζόντουσαν
διαβάζονταν
διαβαζόντανε
διαβάστηκαν
διαβαστήκαν(ε)
υποτακτική
aanvoegende wijs conjunctief
απαρέμφατο
2e stam
διαβάσει
παρακείμενος
volt.tegenw tijd

έχω διαβάσει

έχω διαβασμένο

 
 
μετοχή deelwoord
ενεστώτας
tegenw.dw. 1e st
διαβάζοντας
παρακείμενος

έχοντας διαβάσει

έχοντας διαβασμένο

  υποτακτική
aanvoegende wijs conjunctief
απαρέμφατο
2e stam
διαβαστεί
παρακείμενος
volt.tegenw.tijd
έχω διαβαστεί
είμαι διαβασμένος
 
μετοχή deelwoord
ενεστώτας
tegenw.dw. 1e st
διαβαζόμενος
παρακείμενος
volt./verl.dw. 2e st
διαβασμένος
ενεστώτας αόριστος   ενεστώτας αόριστος
  1e stam   2e stam     1e stam   2e stam
διαβάζω
διαβάσω
  διαβάζομαι
διαβαστώ
διαβάζεις
διαβάσεις
  διαβάζεσαι
διαβαστείς
διαβάζει
διαβάσει
  διαβάζεται
διαβαστεί
διαβάζουμε
διαβάζομε
διαβάσουμε
διαβάσομε
  διαβαζόμαστε
διαβαστούμε
διαβάζετε
διαβάσετε
  διαβάζεστε
διαβαζόσαστε
διαβαστείτε
διαβάζουν(ε)
διαβάσουν(ε)
  διαβάζονται
διαβαστούν(ε)
προστακτική   προστακτική
  bevelende wijs imperatief     bevelende wijs imperatief
ενεστώτας αόριστος   ενεστώτας αόριστος
  1e stam   2e stam     1e stam   2e stam
διάβαζε
διάβασε
  διαβάσου
διαβάζετε
διαβάστε
  διαβάζεστε
διαβαστείτε
υπερσυντέλικος volt.verleden tijd had ')

είχα διαβάσει

είχα διαβασμένο

volt.verleden tijd was είχα διαβαστεί
ήμουν διαβασμένος
εξακουλοθητικός μέλλοντας onv.tegenw.toek.tijd, 1e stam zal θα διαβάζω
onv.tegenw.toek.tijd, 1e stam zal worden θα διαβάζομαι
συνοπτικός μέλλοντας onv.tegenw.toek.tijd, 2e stam zal θα διαβάσω
onv.tegenw.toek.tijd, 2e stam zal worden θα διαβαστώ
υποθετικός λόγος onv.verleden toek.tijd: zou θα διάβαζα
onv.verleden toek.tijd: zou worden θα διαβαζόμουν(α)
συντελεσμένος μέλλοντας volt.tegenw.toek.tijd: zal hebben ')

θα έχω διαβάσει

θα έχω διαβασμένο

volt.tegenw.toek.tijd: zal zijn θα έχω διαβαστεί
θα είμαι διαβασμένος
υποθετικός λόγος volt.verleden toek.tijd: zou hebben')

θα είχα διαβάσει

θα είχα διαβασμένο

volt.verleden toek.tijd: zou zijn θα είχα διαβαστεί
θα ήμουν διαβασμένος

') Enkele Nederlandse werkwoorden gaan in de voltooide tijd met zijn in plaats van met hebben (bijvoorbeeld: blijven, gaan, zijn en diverse werkwoorden die een beweging aanduiden: vallen beginnen, opstijgen en andere).


© Auteursrecht voorbehouden. Zie pagina Copyright
 

.



 
 

Betekenis:
Semantiek

l

Zin:
Syntaxis

l

Woord:
Morfologie

l

Letter:
Alfabet

l

Klank:
Fonologie