Grammatica//MorfWerw/MorfWerwOnre/MorfWerwOnre2Rima
Werkwoord vervoegen: παραγγέλλω
- bestellen
ενεργητική φωνή actief | παθητική φωνή passief | ||||||||||||||||||||||||||
οριστική aantonende wijs indicatief | οριστική aantonende wijs indicatief | ||||||||||||||||||||||||||
ενεστώτας tegenw.tijd (1e stam) |
παρατατικός paratatikos 1e stam |
αόριστος aoristos 2e stam |
ενεστώτας tegenw.tijd (1e stam) |
παρατατικός paratatikos 1e stam |
αόριστος aoristos 2e stam |
||||||||||||||||||||||
παραγγέλλω |
παράγγελλα παρήγγελλα |
παράγγειλα παρήγγειλα |
παραγγέλλομαι |
παραγγελλόμουν(α) |
παραγγέλθηκα |
||||||||||||||||||||||
παραγγέλλεις |
παράγγελλες παρήγγελλες |
παράγγειλες παρήγγειλες |
παραγγέλλεσαι |
παραγγελλόσουν(α) |
παραγγέλθηκες |
||||||||||||||||||||||
παραγγέλλει |
παράγγελλε παρήγγελλε |
παράγγειλε παρήγγειλε |
παραγγέλλεται |
παραγγελλόταν(ε) |
παραγγέλθηκε |
||||||||||||||||||||||
παραγγέλλουμε παραγγέλλομε |
παραγγέλλαμε |
παραγγείλαμε |
παραγγελλόμαστε |
παραγγελλόμαστε |
παραγγελθήκαμε |
||||||||||||||||||||||
παραγγέλλετε |
παραγγέλλατε |
παραγγείλατε |
παραγγέλλεστε παραγγελλόσαστε |
παραγγελλόσαστε |
παραγγελθήκατε |
||||||||||||||||||||||
παραγγέλλουν(ε) |
παράγγελλαν παρήγγελλαν παραγγέλλαν(ε) |
παράγγειλαν παρήγγειλαν παραγγείλαν(ε) |
παραγγέλλονται |
παραγγέλλονταν |
παραγγέλθηκαν παραγγελθήκαν(ε) |
||||||||||||||||||||||
υποτακτική aanvoegende wijs conjunctief |
|
υποτακτική aanvoegende wijs conjunctief |
|
||||||||||||||||||||||||
ενεστώτας | αόριστος | ενεστώτας | αόριστος | ||||||||||||||||||||||||
1e stam | 2e stam | 1e stam | 2e stam | ||||||||||||||||||||||||
παραγγέλλω |
παραγγείλω |
παραγγέλλομαι |
παραγγελθώ |
||||||||||||||||||||||||
παραγγέλλεις |
παραγγείλεις |
παραγγέλλεσαι |
παραγγελθείς |
||||||||||||||||||||||||
παραγγέλλει |
παραγγείλει |
παραγγέλλεται |
παραγγελθεί |
||||||||||||||||||||||||
παραγγέλλουμε παραγγέλλομε |
παραγγείλουμε παραγγείλομε |
παραγγελλόμαστε |
παραγγελθούμε |
||||||||||||||||||||||||
παραγγέλλετε |
παραγγείλετε |
παραγγέλλεστε παραγγελλόσαστε |
παραγγελθείτε |
||||||||||||||||||||||||
παραγγέλλουν(ε) |
παραγγείλουν(ε) |
παραγγέλλονται |
παραγγελθούν(ε) |
||||||||||||||||||||||||
προστακτική | προστακτική | ||||||||||||||||||||||||||
bevelende wijs imperatief | bevelende wijs imperatief | ||||||||||||||||||||||||||
ενεστώτας | αόριστος | ενεστώτας | αόριστος | ||||||||||||||||||||||||
1e stam | 2e stam | 1e stam | 2e stam | ||||||||||||||||||||||||
παράγγελε |
παράγγειλε |
- |
|||||||||||||||||||||||||
παραγγέλλετε |
παραγγείλτε παραγγείλετε |
παραγγέλλεστε |
παραγγελθείτε |
υπερσυντέλικος | volt.verleden tijd | had ') |
είχα παραγγείλει |
volt.verleden tijd | was |
είχα παραγγελθεί ήμουν παραγγελμένος |
|
εξακουλοθητικός μέλλοντας | onv.tegenw.toek.tijd, 1e stam | zal |
θα παραγγέλλω |
onv.tegenw.toek.tijd, 1e stam | zal worden |
θα παραγγέλλομαι |
|
συνοπτικός μέλλοντας | onv.tegenw.toek.tijd, 2e stam | zal |
θα παραγγείλω |
onv.tegenw.toek.tijd, 2e stam | zal worden |
θα παραγγελθώ |
|
υποθετικός λόγος | onv.verleden toek.tijd: | zou |
θα παράγγελλα θα παρήγγελλα |
onv.verleden toek.tijd: | zou worden |
θα παραγγελλόμουν(α) |
|
συντελεσμένος μέλλοντας | volt.tegenw.toek.tijd: | zal hebben ') |
θα έχω παραγγείλει |
volt.tegenw.toek.tijd: | zal zijn |
θα έχω παραγγελθεί θα είμαι παραγγελμένος |
|
υποθετικός λόγος | volt.verleden toek.tijd: | zou hebben') |
θα είχα παραγγείλει |
volt.verleden toek.tijd: | zou zijn |
θα είχα παραγγελθεί θα ήμουν παραγγελμένος |
') Enkele Nederlandse werkwoorden gaan in de voltooide tijd met zijn in plaats van met hebben (bijvoorbeeld: blijven, gaan, zijn en diverse werkwoorden die een beweging aanduiden: vallen beginnen, opstijgen en andere).
©
Auteursrecht voorbehouden. Zie pagina Copyright