Grammatica//MorfWerw/MorfWerwOnre/MorfWerwOnre2Rima
Werkwoord vervoegen: παραδίδω
- uitleveren
ενεργητική φωνή actief | παθητική φωνή passief | ||||||||||||||||||||||||||
οριστική aantonende wijs indicatief | οριστική aantonende wijs indicatief | ||||||||||||||||||||||||||
ενεστώτας tegenw.tijd (1e stam) |
παρατατικός paratatikos 1e stam |
αόριστος aoristos 2e stam |
ενεστώτας tegenw.tijd (1e stam) |
παρατατικός paratatikos 1e stam |
αόριστος aoristos 2e stam |
||||||||||||||||||||||
παραδίδω |
παράδιδα παρέδιδα |
παράδωσα παρέδωσα |
παραδίδομαι |
παραδιδόμουν(α) |
παραδόθηκα |
||||||||||||||||||||||
παραδίδεις |
παράδιδες παρέδιδες |
παράδωσες παρέδωσες |
παραδίδεσαι |
παραδιδόσουν(α) |
παραδόθηκες |
||||||||||||||||||||||
παραδίδει |
παράδιδε παρέδιδε |
παράδωσε παρέδωσε |
παραδίδεται |
παραδιδόταν(ε) |
παραδόθηκε |
||||||||||||||||||||||
παραδίδουμε παραδίδομε |
παραδίδαμε |
παραδώσαμε |
παραδιδόμαστε |
παραδιδόμαστε |
παραδοθήκαμε |
||||||||||||||||||||||
παραδίδετε |
παραδίδατε |
παραδώσατε |
παραδίδεστε παραδιδόσαστε |
παραδιδόσαστε |
παραδοθήκατε |
||||||||||||||||||||||
παραδίδουν(ε) |
παράδιδαν παρέδιδαν παραδίδαν(ε) |
παράδωσαν παρέδωσαν παραδώσαν(ε) |
παραδίδονται |
παραδίδονταν |
παραδόθηκαν παραδοθήκαν(ε) |
||||||||||||||||||||||
υποτακτική aanvoegende wijs conjunctief |
|
υποτακτική aanvoegende wijs conjunctief |
|
||||||||||||||||||||||||
ενεστώτας | αόριστος | ενεστώτας | αόριστος | ||||||||||||||||||||||||
1e stam | 2e stam | 1e stam | 2e stam | ||||||||||||||||||||||||
παραδίδω |
παραδώσω |
παραδίδομαι |
παραδοθώ |
||||||||||||||||||||||||
παραδίδεις |
παραδώσεις |
παραδίδεσαι |
παραδοθείς |
||||||||||||||||||||||||
παραδίδει |
παραδώσει |
παραδίδεται |
παραδοθεί |
||||||||||||||||||||||||
παραδίδουμε παραδίδομε |
παραδώσουμε παραδώσομε |
παραδιδόμαστε |
παραδοθούμε |
||||||||||||||||||||||||
παραδίδετε |
παραδώσετε |
παραδίδεστε παραδιδόσαστε |
παραδοθείτε |
||||||||||||||||||||||||
παραδίδουν(ε) |
παραδώσουν(ε) |
παραδίδονται |
παραδοθούν(ε) |
||||||||||||||||||||||||
προστακτική | προστακτική | ||||||||||||||||||||||||||
bevelende wijs imperatief | bevelende wijs imperatief | ||||||||||||||||||||||||||
ενεστώτας | αόριστος | ενεστώτας | αόριστος | ||||||||||||||||||||||||
1e stam | 2e stam | 1e stam | 2e stam | ||||||||||||||||||||||||
παράδιδε |
παράδιδε |
παραδώσου |
|||||||||||||||||||||||||
παραδίδετε |
παραδώστε παραδώσετε |
παραδίδεστε |
παραδοθείτε |
υπερσυντέλικος | volt.verleden tijd | had ') |
είχα παραδώσει |
volt.verleden tijd | was |
είχα παραδοθεί ήμουν παραδομένος |
|
εξακουλοθητικός μέλλοντας | onv.tegenw.toek.tijd, 1e stam | zal |
θα παραδίδω |
onv.tegenw.toek.tijd, 1e stam | zal worden |
θα παραδίδομαι |
|
συνοπτικός μέλλοντας | onv.tegenw.toek.tijd, 2e stam | zal |
θα παραδώσω |
onv.tegenw.toek.tijd, 2e stam | zal worden |
θα παραδοθώ |
|
υποθετικός λόγος | onv.verleden toek.tijd: | zou |
θα παράδιδα θα παρέδιδα |
onv.verleden toek.tijd: | zou worden |
θα παραδιδόμουν(α) |
|
συντελεσμένος μέλλοντας | volt.tegenw.toek.tijd: | zal hebben ') |
θα έχω παραδώσει |
volt.tegenw.toek.tijd: | zal zijn |
θα έχω παραδοθεί θα είμαι παραδομένος |
|
υποθετικός λόγος | volt.verleden toek.tijd: | zou hebben') |
θα είχα παραδώσει |
volt.verleden toek.tijd: | zou zijn |
θα είχα παραδοθεί θα ήμουν παραδομένος |
') Enkele Nederlandse werkwoorden gaan in de voltooide tijd met zijn in plaats van met hebben (bijvoorbeeld: blijven, gaan, zijn en diverse werkwoorden die een beweging aanduiden: vallen beginnen, opstijgen en andere).
©
Auteursrecht voorbehouden. Zie pagina Copyright