Grammatica//MorfWerw/MorfWerwOnre/MorfWerwOnre2Rima
Werkwoord vervoegen: παραπονιέμαι
- klagen
ενεργητική φωνή actief | παθητική φωνή passief | ||||||||||||||||||||||||||
οριστική aantonende wijs indicatief | οριστική aantonende wijs indicatief | ||||||||||||||||||||||||||
ενεστώτας tegenw.tijd (1e stam) |
παρατατικός paratatikos 1e stam |
αόριστος aoristos 2e stam |
ενεστώτας tegenw.tijd (1e stam) |
παρατατικός paratatikos 1e stam |
αόριστος aoristos 2e stam |
||||||||||||||||||||||
- |
παραπονούμε παραπονιέμαι |
παραπονιόμουν(α) παραπονούμουν |
παραπονέθηκα |
||||||||||||||||||||||||
παραπονείσαι παραπονιέσαι |
παραπονιόσουν(α) |
παραπονέθηκες |
|||||||||||||||||||||||||
παραπονείται παραπονιέμαι |
παραπονιόταν(ε) παραπονείτο παρεπονείτο |
παραπονέθηκε |
|||||||||||||||||||||||||
παραπονούμαστε παραπονιόμαστε |
παραπονιόμαστε παραπονιόμασταν παραπονούμαστε παραπονούμαστα |
παραπονεθήκαμε |
|||||||||||||||||||||||||
παραπονέστε παραπονιέστε παραπονιόσαστε |
παραπονιόσαστε παραπονιόσασταν παραπονούσαστε παραπονούσαστα |
παραπονεθήκατε |
|||||||||||||||||||||||||
παραπονιόνται παραπονιούνται |
παραπονιόντουσαν παραπονιόνταν(ε) παραπονιούνταν παραπονούνταν παραπονούντο παρεπονούντο |
παραπονέθηκαν παραπονεθήκαν(ε) |
|||||||||||||||||||||||||
υποτακτική aanvoegende wijs conjunctief |
|
υποτακτική aanvoegende wijs conjunctief |
|
||||||||||||||||||||||||
ενεστώτας | αόριστος | ενεστώτας | αόριστος | ||||||||||||||||||||||||
1e stam | 2e stam | 1e stam | 2e stam | ||||||||||||||||||||||||
- |
παραπονούμε παραπονιέμαι |
παραπονεθώ |
|||||||||||||||||||||||||
παραπονείσαι παραπονιέσαι |
παραπονεθείς |
||||||||||||||||||||||||||
παραπονείται παραπονιέμαι |
παραπονεθεί |
||||||||||||||||||||||||||
παραπονούμαστε παραπονιόμαστε |
παραπονεθούμε |
||||||||||||||||||||||||||
παραπονέστε παραπονιέστε παραπονιόσαστε |
παραπονεθείτε |
||||||||||||||||||||||||||
παραπονιόνται παραπονιούνται |
παραπονεθούν(ε) |
||||||||||||||||||||||||||
προστακτική | προστακτική | ||||||||||||||||||||||||||
bevelende wijs imperatief | bevelende wijs imperatief | ||||||||||||||||||||||||||
ενεστώτας | αόριστος | ενεστώτας | αόριστος | ||||||||||||||||||||||||
1e stam | 2e stam | 1e stam | 2e stam | ||||||||||||||||||||||||
- |
- |
παραπονέσου |
|||||||||||||||||||||||||
- |
- |
παραπονιέστε παραπονείστε |
παραπονεθείτε |
υπερσυντέλικος | volt.verleden tijd | had ') |
- |
volt.verleden tijd | was |
είχα παραπονεθεί ήμουν παραπονεμένος |
|
εξακουλοθητικός μέλλοντας | onv.tegenw.toek.tijd, 1e stam | zal |
θα - |
onv.tegenw.toek.tijd, 1e stam | zal worden |
θα παραπονούμε θα παραπονιέμαι |
|
συνοπτικός μέλλοντας | onv.tegenw.toek.tijd, 2e stam | zal |
- |
onv.tegenw.toek.tijd, 2e stam | zal worden |
θα παραπονεθώ |
|
υποθετικός λόγος | onv.verleden toek.tijd: | zou |
- |
onv.verleden toek.tijd: | zou worden |
θα παραπονιόμουν(α) θα παραπονούμουν |
|
συντελεσμένος μέλλοντας | volt.tegenw.toek.tijd: | zal hebben ') |
- |
volt.tegenw.toek.tijd: | zal zijn |
θα έχω παραπονεθεί θα είμαι παραπονεμένος |
|
υποθετικός λόγος | volt.verleden toek.tijd: | zou hebben') |
- |
volt.verleden toek.tijd: | zou zijn |
θα είχα παραπονεθεί θα ήμουν παραπονεμένος |
') Enkele Nederlandse werkwoorden gaan in de voltooide tijd met zijn in plaats van met hebben (bijvoorbeeld: blijven, gaan, zijn en diverse werkwoorden die een beweging aanduiden: vallen beginnen, opstijgen en andere).
©
Auteursrecht voorbehouden. Zie pagina Copyright