Warning: Undefined array key "testjava" in /mnt/web113/e2/78/55796778/htdocs/woordenlijstnieuwgrieks/Rimata/MorfWerwOnre2Rima.php on line 204 MorfWerwOnr2Rima
  

Nieuwgrieks, Morfologie en Syntaxis


Nieuwgrieks, Morfologie en Syntaxis

©

 
direct naar: ** Grammatica    Fonologie    Morfologie    Syntaxis   Semantiek  
direct naar: * Grammatica    Klankleer    Vormleer    Zinsleer    Betekenisleer
Grammatica//MorfWerw/MorfWerwOnre/MorfWerwOnre2Rima

Werkwoord vervoegen: πλανώ - misleiden


ενεργητική φωνή actief   παθητική φωνή passief
οριστική aantonende wijs indicatief   οριστική aantonende wijs indicatief
ενεστώτας
tegenw.tijd
(1e stam)
παρατατικός
paratatikos
1e stam
αόριστος
aoristos
2e stam
  ενεστώτας
tegenw.tijd
(1e stam)
παρατατικός
paratatikos
1e stam
αόριστος
aoristos
2e stam
πλανώ
πλανούσα
πλάνησα
  πλανιέμαι
περιπλανώμαι
πλανιόμουν(α)
πλανήθηκα
πλανάς
πλανούσες
πλάνησες
  πλανιέσαι
πλανάσαι
πλανιόσουν(α)
πλανήθηκες
πλανά
πλανούσε
πλάνησε
  πλανιέται
πλανάται
πλανιόταν(ε)
πλανήθηκε
πλανούμε
πλανούσαμε
πλανήσαμε
  πλανιόμαστε
πλανόμαστε
πλανώμεθα
πλανιόμαστε
πλανιόμασταν
πλανηθήκαμε
πλανάτε
πλανούσατε
πλανήσατε
  πλανιέστε
πλανιόσαστε
πλανάστε
πλανάσθε
πλανιόσαστε
πλανιόσασταν
πλανηθήκατε
πλανούν(ε)
πλανούσαν(ε)
πλάνησαν
πλανήσαν(ε)
πλανιόνται
πλανιούνται
πλανώνται
πλανιόντουσαν
πλανιόνταν(ε)
πλανιούνταν
πλανήθηκαν
πλανηθήκαν(ε)
υποτακτική
aanvoegende wijs conjunctief
απαρέμφατο
2e stam
πλανήσει
παρακείμενος
volt.tegenw tijd

έχω πλανήσει

 
 
μετοχή deelwoord
ενεστώτας
tegenw.dw. 1e st
παρακείμενος

έχοντας πλανήσει

  υποτακτική
aanvoegende wijs conjunctief
απαρέμφατο
2e stam
πλανηθεί
παρακείμενος
volt.tegenw.tijd
έχω πλανηθεί
είμαι πλανημένος
είμαι πλανεμένος
 
μετοχή deelwoord
ενεστώτας
tegenw.dw. 1e st
πλανώμενος
παρακείμενος
volt./verl.dw. 2e st
πλανημένος
πλανεμένος
ενεστώτας αόριστος   ενεστώτας αόριστος
  1e stam   2e stam     1e stam   2e stam
πλανώ
πλανήσω
  πλανιέμαι
περιπλανώμαι
πλανηθώ
πλανάς
πλανήσεις
  πλανιέσαι
πλανάσαι
πλανηθείς
πλανά
πλανήσει
  πλανιέται
πλανάται
πλανηθεί
πλανούμε
πλανήσουμε
πλανήσομε
  πλανιόμαστε
πλανόμαστε
πλανώμεθα
πλανηθούμε
πλανάτε
πλανήσετε
  πλανιέστε
πλανιόσαστε
πλανάστε
πλανάσθε
πλανηθείτε
πλανούν(ε)
πλανήσουν(ε)
  πλανιόνται
πλανιούνται
πλανώνται
πλανηθούν(ε)
προστακτική   προστακτική
  bevelende wijs imperatief     bevelende wijs imperatief
ενεστώτας αόριστος   ενεστώτας αόριστος
  1e stam   2e stam     1e stam   2e stam
πλάνα
πλάνησε
  πλανήσου
πλανάτε
πλανήστε
πλανήσετε
  πλανιέστε
πλανάστε
πλανάσθε
πλανηθείτε
υπερσυντέλικος volt.verleden tijd had ')

είχα πλανήσει

volt.verleden tijd was είχα πλανηθεί
ήμουν πλανημένος
ήμουν πλανεμένος
εξακουλοθητικός μέλλοντας onv.tegenw.toek.tijd, 1e stam zal θα πλανώ
onv.tegenw.toek.tijd, 1e stam zal worden θα πλανιέμαι
θα περιπλανώμαι
συνοπτικός μέλλοντας onv.tegenw.toek.tijd, 2e stam zal θα πλανήσω
onv.tegenw.toek.tijd, 2e stam zal worden θα πλανηθώ
υποθετικός λόγος onv.verleden toek.tijd: zou θα πλανούσα
onv.verleden toek.tijd: zou worden θα πλανιόμουν(α)
συντελεσμένος μέλλοντας volt.tegenw.toek.tijd: zal hebben ')

θα έχω πλανήσει

volt.tegenw.toek.tijd: zal zijn θα έχω πλανηθεί
θα είμαι πλανημένος
θα είμαι πλανεμένος
υποθετικός λόγος volt.verleden toek.tijd: zou hebben')

θα είχα πλανήσει

volt.verleden toek.tijd: zou zijn θα είχα πλανηθεί
θα ήμουν πλανημένος
θα ήμουν πλανεμένος

') Enkele Nederlandse werkwoorden gaan in de voltooide tijd met zijn in plaats van met hebben (bijvoorbeeld: blijven, gaan, zijn en diverse werkwoorden die een beweging aanduiden: vallen beginnen, opstijgen en andere).


© Auteursrecht voorbehouden. Zie pagina Copyright
 

.



 
 

Betekenis:
Semantiek

l

Zin:
Syntaxis

l

Woord:
Morfologie

l

Letter:
Alfabet

l

Klank:
Fonologie