Warning: Undefined array key "testjava" in /mnt/web113/e2/78/55796778/htdocs/woordenlijstnieuwgrieks/Rimata/MorfWerwOnre2Rima.php on line 204 MorfWerwOnr2Rima
  

Nieuwgrieks, Morfologie en Syntaxis


Nieuwgrieks, Morfologie en Syntaxis

©

 
direct naar: ** Grammatica    Fonologie    Morfologie    Syntaxis   Semantiek  
direct naar: * Grammatica    Klankleer    Vormleer    Zinsleer    Betekenisleer
Grammatica//MorfWerw/MorfWerwOnre/MorfWerwOnre2Rima

Werkwoord vervoegen: επιτρέπω - toestaan


ενεργητική φωνή actief   παθητική φωνή passief
οριστική aantonende wijs indicatief   οριστική aantonende wijs indicatief
ενεστώτας
tegenw.tijd
(1e stam)
παρατατικός
paratatikos
1e stam
αόριστος
aoristos
2e stam
  ενεστώτας
tegenw.tijd
(1e stam)
παρατατικός
paratatikos
1e stam
αόριστος
aoristos
2e stam
επιτρέπω
επίτρεπα
επέτρεψα
  επιτρέπομαι
επιτρεπόμουν(α)
επιτράπηκα
επιτρέπεις
επίτρεπες
επέτρεψες
  επιτρέπεσαι
επιτρεπόσουν(α)
επιτράπηκες
επιτρέπει
επίτρεπε
επέτρεψε
  επιτρέπεται
επιτρεπόταν(ε)
επιτράπηκε
επετράπην
επιτρέπουμε
επιτρέπομε
επιτρέπαμε
επιτρέψαμε
  επιτρεπόμαστε
επιτρεπόμαστε
επιτρεπόμασταν
επιτραπήκαμε
επιτρέπετε
επιτρέπατε
επιτρέψατε
  επιτρέπεστε
επιτρεπόσαστε
επιτρεπόσαστε
επιτρεπόσασταν
επιτραπήκατε
επιτρέπουν(ε)
επίτρεπαν
επιτρέπαν(ε)
επέτρεψαν
επιτρέψαν(ε)
επιτρέπονται
επιτρεπόντουσαν
επιτρέπονταν
επιτρεπόντανε
επιτράπηκαν
επιτραπήκαν(ε)
επετράπησαν
υποτακτική
aanvoegende wijs conjunctief
απαρέμφατο
2e stam
επιτρέψει
παρακείμενος
volt.tegenw tijd

έχω επιτρέψει

 
 
μετοχή deelwoord
ενεστώτας
tegenw.dw. 1e st
επιτρέποντας
παρακείμενος

έχοντας επιτρέψει

  υποτακτική
aanvoegende wijs conjunctief
απαρέμφατο
2e stam
επιτραπεί
παρακείμενος
volt.tegenw.tijd
έχω επιτραπεί
 
μετοχή deelwoord
ενεστώτας
tegenw.dw. 1e st
επιτρεπόμενος
παρακείμενος
volt./verl.dw. 2e st
επιτετραμμένος
ενεστώτας αόριστος   ενεστώτας αόριστος
  1e stam   2e stam     1e stam   2e stam
επιτρέπω
επιτρέψω
  επιτρέπομαι
επιτραπώ
επιτρέπεις
επιτρέψεις
  επιτρέπεσαι
επιτραπείς
επιτρέπει
επιτρέψει
  επιτρέπεται
επιτραπεί
επιτρέπουμε
επιτρέπομε
επιτρέψουμε
επιτρέψομε
  επιτρεπόμαστε
επιτραπούμε
επιτρέπετε
επιτρέψετε
  επιτρέπεστε
επιτρεπόσαστε
επιτραπείτε
επιτρέπουν(ε)
επιτρέψουν(ε)
  επιτρέπονται
επιτραπούν(ε)
προστακτική   προστακτική
  bevelende wijs imperatief     bevelende wijs imperatief
ενεστώτας αόριστος   ενεστώτας αόριστος
  1e stam   2e stam     1e stam   2e stam
επίτρεπε
επίτρεψε
  -
επιτρέπετε
επιτρέψτε
επιτρέψετε
  επιτρέπεστε
επιτραπείτε
υπερσυντέλικος volt.verleden tijd had ')

είχα επιτρέψει

volt.verleden tijd was είχα επιτραπεί
εξακουλοθητικός μέλλοντας onv.tegenw.toek.tijd, 1e stam zal θα επιτρέπω
onv.tegenw.toek.tijd, 1e stam zal worden θα επιτρέπομαι
συνοπτικός μέλλοντας onv.tegenw.toek.tijd, 2e stam zal θα επιτρέψω
onv.tegenw.toek.tijd, 2e stam zal worden θα επιτραπώ
υποθετικός λόγος onv.verleden toek.tijd: zou θα επίτρεπα
onv.verleden toek.tijd: zou worden θα επιτρεπόμουν(α)
συντελεσμένος μέλλοντας volt.tegenw.toek.tijd: zal hebben ')

θα έχω επιτρέψει

volt.tegenw.toek.tijd: zal zijn θα έχω επιτραπεί
υποθετικός λόγος volt.verleden toek.tijd: zou hebben')

θα είχα επιτρέψει

volt.verleden toek.tijd: zou zijn θα είχα επιτραπεί

') Enkele Nederlandse werkwoorden gaan in de voltooide tijd met zijn in plaats van met hebben (bijvoorbeeld: blijven, gaan, zijn en diverse werkwoorden die een beweging aanduiden: vallen beginnen, opstijgen en andere).


© Auteursrecht voorbehouden. Zie pagina Copyright
 

.



 
 

Betekenis:
Semantiek

l

Zin:
Syntaxis

l

Woord:
Morfologie

l

Letter:
Alfabet

l

Klank:
Fonologie