Warning: Undefined array key "testjava" in /mnt/web113/e2/78/55796778/htdocs/woordenlijstnieuwgrieks/Rimata/MorfWerwOnre2Rima.php on line 204 MorfWerwOnr2Rima
  

Nieuwgrieks, Morfologie en Syntaxis


Nieuwgrieks, Morfologie en Syntaxis

©

 
direct naar: ** Grammatica    Fonologie    Morfologie    Syntaxis   Semantiek  
direct naar: * Grammatica    Klankleer    Vormleer    Zinsleer    Betekenisleer
Grammatica//MorfWerw/MorfWerwOnre/MorfWerwOnre2Rima

Werkwoord vervoegen: σερβίρω - serveren


ενεργητική φωνή actief   παθητική φωνή passief
οριστική aantonende wijs indicatief   οριστική aantonende wijs indicatief
ενεστώτας
tegenw.tijd
(1e stam)
παρατατικός
paratatikos
1e stam
αόριστος
aoristos
2e stam
  ενεστώτας
tegenw.tijd
(1e stam)
παρατατικός
paratatikos
1e stam
αόριστος
aoristos
2e stam
σερβίρω
σέρβιρα
σερβίριζα
σέρβιρα
σερβίρισα
  σερβίρομαι
σερβιρίζομαι
σερβιριζόμουν(α)
σερβιρίστηκα
σερβίρεις
σέρβιρες
σερβίριζες
σέρβιρες
σερβίρισες
  σερβίρεσαι
σερβιριζόσουν(α)
σερβιρίστηκες
σερβίρει
σέρβιρε
σερβίριζε
σέρβιρε
σερβίρισε
  σερβίρεται
σερβιριζόταν(ε)
σερβιρίστηκε
σερβίρουμε
σερβίρομε
σερβίραμε
σερβίραμε
  σερβιρόμαστε
σερβιριζόμαστε
σερβιριζόμασταν
σερβιριστήκαμε
σερβίρετε
σερβίρατε
σερβίρατε
  σερβίρεστε
σερβιρόσαστε
σερβιριζόσαστε
σερβιριζόσασταν
σερβιριστήκατε
σερβίρουν(ε)
σερβίραν(ε)
σερβίριζαν
σερβίρισαν
σερβίραν(ε)
σερβίρονται
σερβιριζόντουσαν
σερβίρονταν
σερβιρίζονταν
σερβιριζόντανε
σερβιρίστηκαν
σερβιριστήκαν(ε)
υποτακτική
aanvoegende wijs conjunctief
απαρέμφατο
2e stam
σερβίρει
παρακείμενος
volt.tegenw tijd

έχω σερβίρει

έχω σερβιρισμένο

 
 
μετοχή deelwoord
ενεστώτας
tegenw.dw. 1e st
σερβίροντας
παρακείμενος

έχοντας σερβίρει

έχοντας σερβιρισμένο

  υποτακτική
aanvoegende wijs conjunctief
απαρέμφατο
2e stam
σερβιριστεί
παρακείμενος
volt.tegenw.tijd
έχω σερβιριστεί
είμαι σερβιρισμένος
 
μετοχή deelwoord
ενεστώτας
tegenw.dw. 1e st
-
παρακείμενος
volt./verl.dw. 2e st
σερβιρισμένος
ενεστώτας αόριστος   ενεστώτας αόριστος
  1e stam   2e stam     1e stam   2e stam
σερβίρω
σερβίρω
  σερβίρομαι
σερβιρίζομαι
σερβιριστώ
σερβίρεις
σερβίρεις
  σερβίρεσαι
σερβιριστείς
σερβίρει
σερβίρει
  σερβίρεται
σερβιριστεί
σερβίρουμε
σερβίρομε
σερβίρουμε
σερβίρομε
  σερβιρόμαστε
σερβιριστούμε
σερβίρετε
σερβίρετε
  σερβίρεστε
σερβιρόσαστε
σερβιριστείτε
σερβίρουν(ε)
σερβίρουν(ε)
  σερβίρονται
σερβιριστούν(ε)
προστακτική   προστακτική
  bevelende wijs imperatief     bevelende wijs imperatief
ενεστώτας αόριστος   ενεστώτας αόριστος
  1e stam   2e stam     1e stam   2e stam
σερβίριζε
σέρβιρε
  σερβιρίσου
σερβίρετε
σερβίρετε
  σερβίρεστε
σερβιριστείτε
υπερσυντέλικος volt.verleden tijd had ')

είχα σερβίρει

είχα σερβιρισμένο

volt.verleden tijd was είχα σερβιριστεί
ήμουν σερβιρισμένος
εξακουλοθητικός μέλλοντας onv.tegenw.toek.tijd, 1e stam zal θα σερβίρω
onv.tegenw.toek.tijd, 1e stam zal worden θα σερβίρομαι
θα σερβιρίζομαι
συνοπτικός μέλλοντας onv.tegenw.toek.tijd, 2e stam zal θα σερβίρω
onv.tegenw.toek.tijd, 2e stam zal worden θα σερβιριστώ
υποθετικός λόγος onv.verleden toek.tijd: zou θα σέρβιρα
θα σερβίριζα
onv.verleden toek.tijd: zou worden θα σερβιριζόμουν(α)
συντελεσμένος μέλλοντας volt.tegenw.toek.tijd: zal hebben ')

θα έχω σερβίρει

θα έχω σερβιρισμένο

volt.tegenw.toek.tijd: zal zijn θα έχω σερβιριστεί
θα είμαι σερβιρισμένος
υποθετικός λόγος volt.verleden toek.tijd: zou hebben')

θα είχα σερβίρει

θα είχα σερβιρισμένο

volt.verleden toek.tijd: zou zijn θα είχα σερβιριστεί
θα ήμουν σερβιρισμένος

') Enkele Nederlandse werkwoorden gaan in de voltooide tijd met zijn in plaats van met hebben (bijvoorbeeld: blijven, gaan, zijn en diverse werkwoorden die een beweging aanduiden: vallen beginnen, opstijgen en andere).


© Auteursrecht voorbehouden. Zie pagina Copyright
 

.



 
 

Betekenis:
Semantiek

l

Zin:
Syntaxis

l

Woord:
Morfologie

l

Letter:
Alfabet

l

Klank:
Fonologie